Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014

ΦΛΑΣ ΜΠΑΚ

Της Σαλονίκης ομορφιές, ποιες να πρωτοθαυμάσω;
Λευκό πύργο, Αρετσού, διάχυτη ατμόσφαιρα γλυκού ερωτισμού,
μαζί μ αρώματα καφέδων και μπουγάτσα,
Σέιχ σου, Καλαμαριά, και τα επιβλητικά τα Κάστρα,
τη νύχτα αποφάσισα λαδάδικα να πα να διασκεδάσω..

Κάνω φλας μπακ στη μνήμη μου και βλέπω καραβάκια,
βόλτες  στην παραλία, θαλάσσια πικνίκ, 
βυζαντινά χαλάσματα, Καμάρα και Καπάνι,
γοητευτικές πασαρέλες καλλιστείων στην Τσιμισκή,
Μικράς Ασίας μαγειρική, σε Αρετσού, Μπαχτσέ τσιφλίκ…

Απ την πολύφερνη αυτή νύφη θερμαϊκού,
με κουλτούρα και ομορφιά βυζαντινή,
που με γέννησε και με παίδεψε γεωπόνο φοιτητή,
απέδρασα σαν κλέφτης με μια καυτή κούκλα μελαχρινή.

Τι να θυμηθώ και πώς να ρίξω τελευταία μου ζαριά,
αφού όλοι οι ποιητές απ το σιντριβάνι μέχρι Βαρδάρη αγκαζέ,
τούς ήρωες  μεγαλέξαντρο και μπαοκάρα εξύμνησαν,
και τελικά κατέληξαν πλατεία αριστοτέλους για τσουρέκι και καφέ.


Εξάρχεια 1950

Καρδιά της Αθήνας
Χωματένιοι δρόμοι
Περίοδος πείνας
Κατοχικοί νόμοι.

Των Εξαρχείων αναπολώ τα περασμένα μεγαλεία,
Ήταν ακόμα γειτονιά,
Χιλιοτρυπημένοι τοίχοι και χαλάσματα δώρα απ τη Γερμανία,
Και το ημιυπόγειο του Νώντα του ζωγράφου στη γωνιά…

Το διώροφο που μέναμε Οικονόμου και Τσαμαδού,
Με εσωτερική αυλή και φίσκα οι ανέσεις…
Αδύνατα και άσιτα κατοχικά παιδιά,
Γυρίζαμε ο ήλιος ως να δύσει,
Στου Στρέφη τις πλαγιές με τη μαθητική ποδιά.

Στο χωματένιο δρόμο παίζαμε γκαζάκια
Και δίτερμα στην Τοσίτσα  ποδοσφαιρικό που οι νερατζιές της έγιναν όπλα των φοιτητών στο ένα ένα τέσσερα και στο Κυπριακό.


Το καλοκαίρι στο πάρκο του Άρεως τα απογεύματα,
Οι μάνες μας κουτσομπολιό, πλεχτό,
Παιδιάστικα πεσίματα και κλάματα και γέλια
Και τις γιορτές και Κυριακές κέρασμα παγωτό….

Δεν ήταν οι γονείς μας από τζάκια,
δεν μέναμε στη θρυλική «μπλε πολυκατοικία»,
Ούτε και στο Φλοράλ ψωνίζαμε γλυκά  αλλά απέναντι στου ΒΟΞ το σινεμά τα υπόγεια ήταν μπιλιάρδα υπαίτια για τα σκασιαρχεία.

Η πλατεία και τα γύρω στενά, με τα έξοχα τότε διατηρητέα,
στέκια κάποιων διανοούμενων περιθωριακών,
πέρασαν ως τις μέρες μας από φωτιά και σίδερο
οργάνων τάξεως, ναρκομανών κι αναρχικών.

Δεν μπορώ να μην αναφέρω τον φτωχό μας Άσιμο,
που στις συνθέσεις του κυλούσε η τρέλα του κι ο έρως,
και που στη θλιβερή αυτοκτονία του άφησε διαθήκη
τους δίσκους του, «Είμαι παλιάνθρωπος», και «Κλάστε ελευθέρως».

Ήταν η χρυσή εποχή του Οικονομίδη, των κλαμπς, του βερμούτ,
των τεντυμπόηδων, των γιαουρτιών, του στραβά στο στόμα
τσιγάρου, του χαρτζιλίκι….
Ήταν η εποχή του Φούντα και της Μελίνας στην Καλλιδρομίου,
«φύγε Στέλλα, κρατάω μαχαίρι, φύγε χάσου…»

Και.. το βράδυ που γυρίζαμε στο σπίτι, είχαμε να αντιμετωπίσουμε τον αστυφύλακα της γειτονιάς… Την ταυτότητά σου!….

Θυμάμαι…

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

Σαράντα χρόνια Γεωπονία

Χαιρετίζω τον συρφετόν αυτόν
και στην καρδιά μου έχω τον πόνον
των παλαιών αγαπημένων συμφοιτητών
ήδη φάτσες συνταξιούχων γεωπόνων.

Πρώτη δουλειά τους απόντες να θυμίσουμε,
τα παλικάρια που πριν της ώρας τους μας φύγαν,
τη μνήμη τους αιώνια να τιμήσουμε
κει πάνω στον παράδεισο που πήγαν.

Εδώ τώρα, βλέπω μουστάκια, φαλάκρες, γενειάδες
και πρόσωπα αδελφικά και οικεία,
θυμάμαι εργαστήρια, παρουσίες και νταλκάδες,
κάποτε πούμασταν στην πρώτη ηλικία.

Πριν από πολλές δεκαετίες,
αφού περάσαμε ποτάμια δυστυχίες,
φτάσαμε στου πτυχίου το απόκτημα
περνώντας χίλιες περιπέτειες, μα κι ένα ονειρικό αγρόκτημα.

Σκονάκια, κλέψιμο, αντιγραφές
και διάβασμα καμιά φορά στ αναγνωστήριο,
όλο διαλείμματα και μ άλλο φύλο επαφές,
είχαμε καταντήσει βιολογικό αντιδραστήριο.

Μας έδερνε αιώνια αφραγκία,
λέγαμε το τσιγάρο-τσιγαράκι,
αλλά αποτελούσαμε συγκοινωνούντα αγγεία
για να πετύχουμε το ευλογημένο πενταράκι.

Και σήμερα εδώ, σεβάσμιοι παππούδες,
μα με γεμάτο πια το πορτοφόλι,
μοιάζουμε με χορτασμένες αρκούδες
και περισσεύουν τα προγούλια και οι κώλοι.

Η επανασύνδεση αυτή έχει αιτία
μια φιλία που κρατάει σαρακονταετία,
δε μας κατέχει καμιά πλέον αγωνία
γιατί μας ενώνει πάντα η θρυλική Γεωπονία.

Η επέτειος περιλάμβανε εκδηλώσεις
που έθιμα του εξήντα αναβίωσαν
και για τις μετά εικοσαετία εντυπώσεις
οι οργανωτές στο Μεντιτεράνεαν μας δεξίωσαν.




Ακολούθησε επίσκεψη Βεργίνα
και γευσιγνωσία στου Μπουτάρη,
που συνδύασε της Μακεδονίας τη βιτρίνα
Με το κλασικό ελληνικό γιοματάρι.

Γεωπονική επίσκεψη συνέβη στο αγρόκτημα
με επιστημονικών επιμορφώσεων μεγαλεία
και βροχή η καρπαζιά και χειροκρότημα
σε ποιητική σατυρική απαγγελία.

Η φροντίδα για το υπόλοιπο πρωινό
οδήγησε σε Μουσείο Βυζαντινό,
όπου με κουλτουρέ κανόνες
μαγευτήκαμε απ τις Αλβανικές εικόνες.

Η διασκέδαση δεν μπαίνει σε καλούπια,
αλλά οι γεωπόνοι μπήκαν και στα Κιούπια,
που δεν φημίζονται άδικα
σαν το ανφάν γκατέ στα Λαδάδικα.

Εκεί συνέβηκε η επίσημη εκτροπή,
απ των καρντάσιδων την οργανωτική επιτροπή
και με διαδικασίες περιωπής
έγινε η εκλογή της Κρητικής επιτροπής.

Συγχρόνως έγιναν βραβεύσεις παραμυθάδων,
τραγουδιστάδων, χορευταράδων, καλοφαγάδων
και εν μέσω φωνασκιών και μαντινάδων,
ανακηρύχθηκε ο κρητικάτσης Γιώργης Πρόεδρος των φωνακλάδων.

Με τη σημερινή επιτυχία νωπή,
συγχαρητήρια στην τέλεια οργανωτική επιτροπή
(Χατζημηνάογλου Γιάννης, Κεκρίδης Λεφτέρης, Λαϊοπούλου Νίκη, Ζηλίδου Βούλα)
ετοιμαστείτε λοιπόν καρντάσια για μια νέα γοητεία,
στην Κρήτη την επόμενη πενταετία.

και τώρα που τελείωσε η ωραία μας εκδήλωση
κι αφού για τα καλά ξεσηκωθήκατε,
ας θυμηθούμε κάποιου φιλοσόφου δήλωση:
«έρημά μου νιάτα που τσαλακωθήκατε».

Γιώργος Γιαννόπουλος
11/6/06


Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

Δολοφόνος ονείρων

Μέσα απ το κελί μου βλέπω τον ουρανό,
με τα αμέτρητα αστέρια να λάμπουν στα σκοτάδια,
άπειρα αλλά τόσο αληθινά στη φαντασία μου,
με πληθυσμούς γεμάτους ευτυχία και γαλήνη…

Ένας περαστικός κομήτης διακόπτει την ονειροπόληση,
η εξαίσια ουρά του αγγίζει περνώντας
τους πλανήτες της γειτονιάς μου και τους λούζει με μια
παραμυθένια μωβ απόχρωση, θλίψη που μένουν πίσω
στην αιώνια κοσμικά ακινησία τους.

Τα δεσμά που με κρατούν φυλακισμένο,
δεν αντέχουν την ηρεμία της καλοκαιριάτικης νύχτας,
πασχίζουν να θρυμματιστούν και μαζί να σπάσουν
ότι κι αν είναι αυτό που με συνδέει με την πραγματικότητα…

Ο φεγγίτης του μυαλού μου θολώνει, τα άστρα κρύβονται,
μαύρες τρύπες απορροφούν την απελπισία μου,
κυματίζουν γύρω μου παράλληλα σύμπαντα,
παράξενες μορφές εξωγήινης υπόστασης με κοιτούν μα απορία….

Σας γράφω μέσα απ το κελί της φυλακής μου,
που καταδικάστικα σε ισόβια μοναξιά γιατί,
σε πλήρη διαύγεια και χωρίς αναστολές,
δολοφόνησα τα όνειρά μου….


Τι κακοί που είν οι Τούρκοι,

Τι κακοί που είν οι Τούρκοι,
που στην ΑΟΖ μας μπαίνουν,
τι σατανικοί οι Βούλγαροι,
που σε χαμηλούς μισθούς μας παραβγαίνουν…

Μακεδονοκλέφτες οι σκοπιανοί,
βγαίνουν αριστερά μας,
με ακτινωτές σημαίες και Αλεξάνδρου αγάλματα
μας θίγουνε τα όσια κι όλα τα ιερά μας…

Σατανικών Βαλκάνιων διάφορες φυλές,
και απ αυτούς κυρίως Αλβανοί, που παίρνουν
των αθώων βλασταριών μας τις δουλειές,
που οι καημένοι άνεργοι στις καφετέριες μένουν…

Κατάμαυροι Αφρικανοί, σωστοί μαυραγορίτες,
απλώνουν στα πεζοδρόμια πραμάτειες μαιμούδες,
σοδειάζουν τσάμπα φράουλες και υποσχέσεις φρούδες,
αλλά με όλα τα κομφόρ διαμένουν σε σουίτες,,

Πακιστανά παιδάρια στήνονται στα φανάρια,
μ ένα κουβά ξεπλένουνε τις βρώμικες τις κούρσες μας,
και με τα ευγενών μάρκων λαθραία τσιγάρα, 
χορταίνουν οικονομικά τις χαρμανίσιες φούμες μας.

Ούτως πως, αξιοποιούμε διαμερίσματα κι ανήλεια υπόγεια,
καλύπτουμε εργατικές  κι αναξιοπρεπείς δουλειές,
κρατάμε στα παιδιά μας θέσεις διευθυντών,
και αποκτούμε πολύχρωμες σεξουαλικές τσουλιές…


Τι κι αν γεμίζουν πτώματα οι γαλάζιες θάλασσές μας,
κι αν απ τελωνεία μας τόνοι ναρκωτικά θα μπούνε,
τι κι αν ορισμένοι ανταγωνίζονται τους ντόπιους μας ληστές,
οι άρχοντές μας, πάντα στο πνεύμα των αρχαίων μας γκρινιάζουν,

χρυσαυγίζουνε, μα στην ουσία… είλωτες αποκτούνε…
Σήμερα θα μιλήσουμε για καλές τέχνες…

Θαυμάζω τα πλούσια σε νοήματα
και ευαισθησίες έργα των ποιητών μας,
σ αυτά τα περήφανα χρόνια,
που δυσφημούνται σαν χρόνια κρίσης…

Και των πεζογράφων μας τα αριστουργήματα,
των ζωγράφων τα ζωντανά χρώματα,
των γλυπτών τις πλούσιες γυναικείες καμπύλες,
των μουσικών τις ουράνιες συνθέσεις,
Των ακαδημαικών τις βαθυστόχαστες σοφίες….

Όλοι αυτοί προσφέρουν τα ταλέντα τους,
για να αναδιοργανωθεί αυτή η δήθεν
κρίσιμη οικονομική και κοινωνική κατάσταση….

Οι καλές τέχνες οργιάζουν υπέροχα,
αυτές τις χλιδάτες εποχές, παρουσιάζοντας
τα πλουμιστά έργα τους…

Τα αεράτα ποιήματα, τα θρίλερ αστυνομικά,
τις μελό  νουβέλες, τους υπερρεαλιστικούς πίνακες,
τα αγαπησιάρικα μουσικά κομμάτια,
τις περισπούδαστες πολιτικές
και πολιτιστικές αναλύσεις, και κραυγάζουν….

Ουρλιάζουν αισθησιασμούς, κράζουν έρωτες,
βρυχώνται νέες αισθητικές τεχνολογίες ομορφιάς,
ώστε μ όλα αυτά τα θαυμαστά προιόντα
να ενισχυθεί και βελτιωθεί το ήδη υπέροχο
βιοτικό μας επίπεδο.

Να αυξηθεί η τεράστια σύνταξη του γέρου,
Να μειωθεί η σχεδόν ανύπαρκτη ανεργία,
Να ενισχυθούν οι ισχυροί οργανισμοί παιδείας, υγείας,
Να ξεχειλίσει το ήδη γεμάτο καλάθι της νοικοκυράς…


Να ξεκαρδιστούν στα γέλια τα χαρούμενα πρόσωπά μας….
Και θα πεις κι ένα τραγούδι

Θα το χωνέψεις θες δε θες,
όσα εγκλήματα και κρίματα έχεις κάνει,
όποιες ασχήμιες και ορφάνιες αν σε βαρύνουν,
όσο αίμα κι αν σούχει λερώσει το αρμάνι….

Είσαι σαν στόχος σε λαικό πεδίο βολής,
έχεις επάνω σου βαρίδια απανθρωπιάς,
αφεντικό είσαι στους γης τους κολασμένους,
πρέπει και σίγουρα ακριβά θα το πληρώσεις…

Μέσα απ αγώνες, αντιστάσεις και θυσίες,
θα διεκδικήσουμε τα δίκια του λαού μας,
κι όλα όσα έχεις κλέψει και ληστέψει και βιάσει,
θα τα πληρώσεις, θα καεί το πελεκούδι,
και στο τέλος…. θα πεις κι ένα τραγούδι….