Τρίτη 6 Μαρτίου 2012

Γκαντεμιά


                             Γκαντεμιά              (6)


Ενώ σηκώθηκα απ το κρεβάτι ήρεμος και χαλαρός, δεν άργησε η μέρα μου να χαλάει, να χαλάει, να χαλάει…….                                                                                               Η αρχή έγινε στο λουτρό.                                                                                                                    Είχα αράξει να μουλιάσω στη μπανιέρα μου, με τη χθεσινή εφημερίδα, που είχα αφήσει κάποια άρθρα γι αυτή μου την απόλαυση, όταν…ντριν…το σταθερό τηλέφωνο.                                                                                                                                   Το αγνοώ, συνεχίζω την απόλαυσή μου, αλλά αυτό το βιολί του….ντριν…            Μετά από καμιά 20αριά ντρινίσματα, αποφασίζω με κρύα καρδιά να το σηκώσω, ίσως κάτι σοβαρό για να επιμένει τόσο.                                                                                                      Με σαπουνάδες, μπουρνούζι μισοβρεγμένο, σταλαγματιές στο παρκέ, μισογλιστρόντας το αρπάζω το άτιμο…                                                                         - Εμπρός                                                                                                                           - Παρακαλώ τον κύριο Παπαδήμο                                                                                   - Ο ίδιος-                                                                                                                             Σας παίρνω από τη Άρπαφον, για το καινούργιο μας πρόγραμμα…                                                        - Ευχαριστώ δεν ενδιαφέρομαι κυρία μου, και το κλείνω, ενώ από μέσα μου βρίζω σε ότι αισχρότερο κυκλοφορεί.                                                                                                           Κάνω να επιστρέψω στη μπανιέρα μου….ντριν….ντριν…                                                        Ξαναγλιστράω, γυρίζω, ίσως τώρα να είναι κάτι σοβαρό.                                                              Μπα, η ίδια γυναικεία φωνή                                                                                                        -Γιατί το κλείσατε κύριε, είστε ΑΓΕΝΗΣ.                                                                                  Ποιος είδε το θεό και δεν τον φοβήθηκε. Το ξανθό (σίγουρα) τούβλο δεν μπορεί να ξεχωρίσει αφενός το κλείσιμο του τηλεφώνου απ αυτόν που η ίδια μια άγνωστη, ενοχλεί και πάντως με ένα "ευχαριστώ δεν ενδιαφέρομαι", απ το κλείσιμο του τηλεφώνου σε ένα φίλο ή γνωστό χωρίς το "ευχαριστώ¨.                                                            Από συνήθεια δεν βρίζω κατά πρόσωπο, αλλά τρώω το ακουστικό, πετάω στα σκουπίδια τη συσκευή, γλιστράω, στραμπουλάω το χέρι μου και….έτσι ξεκινάει μια γκαντέμικη μέρα.                                                                                                                            Η συνέχεια είναι ανατριχιαστική. 
Ξεκινάω για το γραφείο, αλλά θυμάμαι ότι σήμερα είναι η τελευταία μέρα να πληρώσω την εφορεία, και με την εφορεία ..δεν παίζεις.
Προβλέπω ότι μάλλον θα αργήσω για το γραφείο πάλι και ο Διευθυντής μου τα έχει μαζεμένα από άλλες παρόμοιες φορές, αλλά …η εφορεία είναι…εφορεία.
Παίρνω τηλέφωνο και με θλίψη ανακοινώνω ότι πέθανε η γιαγιά μου και θα καθυστερήσω κανά δίωρο για την κηδεία..
Στην εφορεία τα ταμεία έχουν 3 ουρές. Βιάζομαι κι έτσι έξυπνα, μετά από παρατήρηση διαλέγω την ουρά που κινείται πιο γρήγορα με σβέλτο νεαρό ταμία.
Μπαίνω στη σειρά, τυχερός που προχωρά γρήγορα, φτάνω δεύτερος και …μπροστά μου η νεαρή στήνει τρικούβερτο καυγά με τον ταμία. Επεμβαίνει ο διευθυντής, παίρνει και τους δυο στο γραφείο του……οι άλλες ουρές προχωρούν αργά αλλά σταθερά και εγώ καταντάω να πληρώσω τελευταίος με μεγάλη καθυστέρηση.
Η γκαντεμιά συνεχίζεται, αλλά η υπομονή μου αντέχει λίγο ακόμη….

Στέκομαι στη στάση του λεωφορείου, αργεί, αργεί, αποφασίζω ν ανάψω τσιγάρο, με την πρώτη ρουφηξιά φτάνει το σκασμένο, πετάω ολόκληρο τσιγάρο…τέλος πάντων….
Κοιτάζω το ρολόι, έχω ακόμη τράτο μισή ώρα απ το δίωρο της κηδείας της γιαγιάς, μπαίνω στην καφετέρια απέναντι απ το μέγαρο της εταιρεία μας «Μοχλός Α.Ε», προσέχοντας μην είναι μέσα κανένας απ το γραφείο.
Επιτέλους την αράζω, ανοίγω την εφημερίδα, παραγγέλνω ένα μεγαλειώδες φραπέ και τον ρουφάω με την άνεσή μου.
- Ε, κύριε Γιώργο τι έκπληξη;
Γυρίζω, ο κλητήρας και καρφί του Διευθυντή μας. Ωχ μάνα μου την έβαψα.           Ψελλίζω κάτι δικαιολογίες της δεκάρας, ελπίζοντας να μη με καρφώσει.
Παρατάω εφημερίδα, καφέ και χουζούρι και ανεβαίνω στο γραφείο.
Αρχίζω να δουλεύω και να ετοιμάζω το φάκελο ενός πελάτη.                                                Όπως έβαζα τα έγγραφα που είχα τυπώσει στον εκτυπωτή, βλέπω ένα λάθος νούμερο στον προϋπολογισμό, που έτσι γραμμένο ανατρέπει τα αποτελέσματά του.               Καλά που το πρόσεξα. Πιάνω το μπουκαλάκι το μπλάνκο για να το σβήσω, μου πέφτει απ το χέρι, ψάχνω, έχει τρυπώσει κάτω απ το γραφείο, χώνομαι ολόκληρος, είναι στην άκρη, ξαπλώνω στο πάτωμα, το πιάνω, βγαίνω σέρνοντας, σηκώνω το κεφάλι…και μπροστά μου με τα χέρια στη μέση ο…..Διευθυντής!
- Κύριε Παπαδήμο στο γραφείο μου!
Στέκομαι προσοχή μπροστά στο μεγαλοπρεπές γραφείο, σαν νεοσύλλεκτος φαντάρος, ενώ εκείνος με παρατηρεί από πάνω μέχρι κάτω και μορφάζει… και …
- Κύριε Παπαδήμο, πιστεύεις στη ζωή μετά τον θάνατο;
- Όχι, δεν πιστεύω
- Παράξενο!!, το πρωί, αφού τηλεφώνησες ότι πέθανε η γιαγιά σου, μετά μισή ώρα πέρασε μια κυρία και σε ζήτησε λέγοντας ότι είναι η γιαγιά σου……
Λοιπόν το θράσος σου δεν έχει όρια, ψέματα, κοπάνα, ξάπλα κάτω απ τα γραφεία, λερωμένα ρούχα…Έ τι άλλο θα δούμε από σένα…Εξαφανίσου και συμμορφώσου, αλλιώς….
Κάνω όπισθεν να βγω το ταχύτερο απ το καζάνι που βράζει και σκοντάφτω στον….ωχ, τον κλητήρα-καρφί  του Διευθυντή. 
- Κύριε Παπαδήμο, καλά που σας είδα, ο κυρ Κώστας απ την απέναντι καφετέρια είπε ότι φύγατε ξαφνικά αφήνοντας το φραπέ σας και χωρίς να πληρώσετε….
- Έξω παλιάνθρωπε, δυο μέρες στέρηση αποδοχών και δε θέλω να σε βλέπω μπροστά μου….ακόμη αντηχούν στ αυτιά μου οι κραυγές του έξαλλου Διευθυντή μου…..

Ευτυχώς το μεσημέρι, δεν με κυνήγησε η γκαντεμιά, μ άφησε να φάω και να ξαπλώσω και αναπληρώσω τις αποδιοργανωμένες δυνάμεις μου.
Κάθισα στο κρεβάτι με το κεφάλι μου ανάμεσα στα χέρια, αφήνοντας τη σκέψη μου να πλανηθεί σαν καρυδότσουφλο, που κατεβαίνει το ρεύμα και πότε πότε, χτυπώντας σε μια πέτρα, αλλάζει για μια στιγμή πορεία.
Ύστερα όμως….                                                                                                                              Παίρνω το αυτοκίνητο και ρολάρω προς Κηφισιά, για το ραντεβού με το κορίτσι μου.                                                                                                                  Δυστυχώς η παλιατζούρα που λέγεται όπελ ματέο, μοντέλο 1972, έχει άλλα σχέδια.    Κάνει ένα τσαφ, ένα γουργούρισμα, ένα φτύσιμο και σταματάει στο φανάρι της Κατεχάκη και Κηφισίας. Κορναρίσματα και βρισίματα απ τους άλλους οδηγούς, πράγμα σύνηθες για το οπελ μου και μετά από αγωνιώδες σπρώξιμο, το ψιλοπαρκάρω.
Εκεί κοντά έχει ένα συνεργείο, αφήνω τη σακαράκα, με την υπόσχεση του τεχνίτη ότι αύριο θα είναι έτοιμο και παίρνω ταξί.                                                                                    Φυσικά φτάνω καθυστερημένος, ακριβώς την ώρα που η Τζένη βάζει το παλτό της να φύγει απ την καφετέρια. Με το ζόρι την πείθω να ξανακαθίσει και της σερβίρω το παραμύθι, ότι έπαθα λάστιχο και πήγα το αμάξι στο βουλκανιζατέρ.                                                                 Θα μου πείτε, γιατί δεν της λες την αλήθεια, εσύ που είσαι υπέρμαχός της. Ευχαρίστως θα την έλεγα, δεν είναι δα και μειονέκτημα να παθαίνεις βλάβη στο αυτοκίνητο;                                                                                                                                    Έλα όμως που σε κάποια στιγμή αδυναμίας…                                                                                       - Ο μπαμπάς μου έχει διακοσάρα Μερσεντές, ο αδερφός μου Πόρσε κι εγώ Μπεμβέ σπορ. Εσύ Γιώργο τι αμάξι έχεις;                                                                                                    - Τίποτα σπουδαίο, ένα Οπελ 2000 σπορ!                                                                      Εννοείται ότι στους δυο μήνες που τα έχουμε, έχω εφεύρει απίθανες δικαιολογίες να μην παρουσιάσω το «σπορ» αμάξι μου.                                                                                            Σημειωτέον, όπως θα καταλάβατε, η Τζένη είναι το μέλλον μου. Κόρη βιομήχανου και αδελφή Βουλευτή.                                                                                                                      Πως και έρχεται μαζί μου; Όχι να το παινευτώ, αλλά αντικειμενικά είμαι …Ωραίος…Ανδροπρεπής….Σαγηνευτικός….
Περάσαμε καλά εκείνο το απόγευμα με το Τζενάκι και βεβαιώθηκα πλέον ότι τα προβλήματα μου και οι γκαντεμιές πέρασαν οριστικά.                                                               Αφού ήπιαμε τους καφέδες μας, μεταφερθήκαμε σε ένα κοντινό λαιφ-σταιλ κλαμπ της Κηφισιάς, όπου χορέψαμε, ήπιαμε και διασκεδάσαμε μέχρι τις πρωινές ώρες. Αποχωρήσαμε και μου έδωσε τα κλειδιά της Μπεμβέ να οδηγήσω και να την πάω σπίτι της.                                                                                                                                                Ε ρε δόξες Γιώργαρε, διασκέδαση στο πιο Ιν κλάμπ, αγκαλιά την πλούσια υποψήφια νύφη, σοφάρισμα τη σπορ μπεμβέ, τι άλλο θέλεις.                                                             Πούσαι φτωχέ Διευθυντάκο της εταιρειούλας, που είχες το θράσος να με τιμωρήσεις, δεν αποκλείεται μεθαύριο, όταν παντρευτώ το χρήμα, να αγοράσω την εταιρεία σου και να σε κάνω κλητήρα.                                                                                                                       Το όνειρο της ταπείνωσης του διευθυντάκου, συν τα ποτά που είχα καταναλώσει στο κλαμπ, ίσως ήταν υπαίτια της τράκας που ακολούθησε:                                                                  

Ένα μπαμ και….. ξύπνησα σε ένα λευκό θάλαμο, με το σώμα καλυμμένο επιδέσμους, και τα πόδια μέσα σε γύψο, κρεμασμένα σε έναν τροχό ψηλά.                                                          Η νοσοκόμα που ήρθε σε λίγο με ενημέρωσε ότι είχα τραυματιστεί μόνο στο σώμα και δεν διέτρεχα κίνδυνο, παρά μόνο αρκετή νοσηλεία απ τα σπασίματα.                                                Η κοπέλα που συνόδευα, είχε σπάσιμο στο δεξί χέρι και μώλωπες. Ηρέμησα, το πολύτιμο φορτίο μου η Τζένη, δεν έπαθε τίποτα σοβαρό. Περιέργως ικανοποιήθηκα συναισθηματικά!                                                                                                                         Μετά από λίγο, με ειδοποίησαν ότι έχω επισκέψεις. Η μάνα μου είναι στο χωριό και δεν θα ήταν εύκολο, αν έχει ειδοποιηθεί, να έρθει τόσο γρήγορα. Άρα κάποιος μυστηριώδης άγνωστος.                                                                                                                     – Ας περάσει.                                                                                                                                         – Καλημέρα σας και περαστικά σας!                                                                                                   Η φωνή βγήκε από ένα σφιχτό στόμα, ένα στεγνό χαμόγελο την συνόδευε και ένα ρυτιδιασμένο πρόσωπο τα πλαισίωνε.                                                                                                                                          – Είμαι ο πατέρας της Τζένης!                                                                                                               Ω, αυτό φαίνεται ελπιδοφόρο, σ αυτές τις περιπτώσεις η επίσκεψη στον τραυματία προμηνύει ευχάριστα γεγονότα.                                                                                                                     – Αυτή είναι η αμοιβή σας, και μου αποθέτει δίπλα μου στο κρεβάτι, μια ανθοδέσμη. Α, σίγουρα μου κάνει πρόταση! Επιτέλους η τύχη μου χαμογελάει!                                                                                            – Κύριε Γιώργο Παπαδήμο, υπάλληλε στην εταιρεία «Μοχλός», θυγατρικής της πολυεθνικής «ΜΟΡΦΙΝ», της οποίας τυγχάνω Πρόεδρος, άκουσέ με προσεκτικά. Ξέρω όλα τα σχετικά μ εσένα, το σπιτάκι σου, το χωριό σου, το «σπορ» σαραβαλάκι, και τις ζαβολιές σου που μου τις διηγήθηκε ο προϊστάμενός σου Διευθυντής της «Μοχλός».                                                                                                                                   Ο χαρακτηρισμός που θα σου δώσω είναι: προικοθήρας και καθαρματάκι.                                Η κόρη μου δεν γνωρίζει τίποτα απ τη συνάντησή μας αυτή και δεν πρέπει να μάθει τίποτα.                                                                                                                                    Είσαι τυχερός που δεν σε απολύω και δεν αποκαλύπτω στη Τζένη τα ψέματά σου, για να καταλάβει τι κουμάσι είσαι.                                                                                          Λοιπόν σε διατάζω, πάρε αυτό το φάκελο, με ένα ποσόν πολύ πάνω απ τις ανάγκες σου, που θα σου επιτρέψει να πάρεις το σπορ αυτοκίνητο που ονειρεύεσαι και θα σου περισσέψει ένα σεβαστό ποσό, υπό μία και μοναδική προϋπόθεση:                                                   Θα τηλεφωνήσεις στην κόρη μου και θα της ανακοινώσεις τη διάλυση της σχέσης, θα εξαφανιστείς δε δια παντός απ τη ζωή της. Τελείωσα.                                                                              Πριν προλάβω να απαντήσω, εξαφανίστηκε. 

«Ο πάγος είναι καυτός,  η φωτιά παγωμένη, είναι πληγή που δεν τη νιώθεις και
πονεί, είναι ένα καλό όνειρο, ένα κακό παρόν, είναι μια σύντομη ανάπαυλα πολύ κοπιαστική».                                                                                                                                         – Γιώργο, μου χτύπησαν άσχημα τρεις λέξεις: «προικοθήρας», «καθαρματάκι» και «σε διατάζω», σκέφτηκα δυνατά.                                                                                                    Όλο το βράδυ αναπολούσα τη σχέση μου με τη Τζένη και κατέληξα. Είμαι λάθος, θα επανορθώσω.                                                                                                                                Την άλλη μέρα το πρωί πήρα στο κινητό το κορίτσι μου και μετά τα δακρύβρεκτα την παρακάλεσα να έρθει το ταχύτερο στο νοσοκομείο, που θα το έκανε το απόγευμα.            – Σε παρακαλώ έλα τώρα, υπάρχει σοβαρός λόγος.                                                                        Σε λίγο με αγκάλιαζε, αλλά την απώθησα και την έβαλα να καθίσει στην καρέκλα απέναντί μου.                                                                                                                                  Με σκυμμένο το κεφάλι της διηγήθηκα όλο το ιστορικό της σχέσης μας και την απώτερη επιθυμία μου να την παντρευτώ για τα λεφτά της.                                               Κατόπιν της ομολόγησα ότι αυτό έπαψε να ισχύει και ότι η περιπέτειά μας και η διαμονή μου στο νοσοκομείο με έκαναν να σιγουρευτώ ότι την αγαπώ πραγματικά. Κατόπιν της διηγήθηκα την επίσκεψη του πατέρα της, τα όσα μου είπε και την εντολή που μου έδωσε, χωρίς να μου δώσει την ευκαιρία να του απαντήσω.                                                             – Λοιπόν Τζενάκι η επιθυμία μου είναι να σου ζητήσω ταπεινά συγνώμη και να σου γνωρίσω ότι θα γινόμουν ο ευτυχέστερος των θνητών αν με συγχωρούσες και αν με παντρευόσουν και ερχόσουν να μείνεις στο ταπεινό μου σπίτι, έχοντας ο καθένας το ταμείο του, με συμβολαιογραφική πράξη, και με δήλωση ότι δεν θα δεχθώ ούτε δραχμή, ούτε δώρο.                                                                                                                Σε αφήνω να το σκεφτείς και να μου απαντήσεις όποτε εσύ νομίζεις, και αν δεχτείς να ξέρεις ότι μόνο με αυτές τις συνθήκες θα ζήσω μαζί σου.
Η Ευγένεια στο λόγο δημιουργεί εμπιστοσύνη, η ευγένεια στη σκέψη δημιουργεί στοχασμό, κι η ευγένεια στην προσφορά δημιουργεί αγάπη.                                                    Δυο χρόνια ζήσαμε ζωή χαρισάμενη, όπως την είχα σχεδιάσει, ενώ οι πιέσεις και τα παρακάλια απ τον Πρόεδρο-πεθερό ήταν καθημερινά και πιεστικά να υποχωρήσω και


να μείνουμε όλοι.                                                                                                                              Κάποια στιγμή στο μέλλον, ίσως ο «προικοθήρας-καθαρματάκι», να ενδώσει στη διαταγή-παρακάλια του Προέδρου!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου